Το Γήρας
"Ποτέ δε θα μπορέσεις να με
νικήσεις", είπε, και στάθηκε ευθυτενής στην πυκνή ομίχλη. Mόλις διέκρινες τα άκρα του
να στέκουν σαν σιδερένια λοστάρια αλύγιστα και άκομψα τόσο, που ο ίδιος ο φόβος
το έβαζε στα πόδια, χάνοντας ένα ρόλο σπουδαίο μη μπορώντας να διεκδικήσει την
παρουσία του σ’ ένα ακόμη σώμα. Άρχισαν να σαλεύουν τα χέρια εκατέρωθεν του
σώματος μήπως καθαρίσει το πνιγερό
τοπίο, καθώς δυο ολόμαυρες χάντρες καρφωμένες σε άσπρο δέρμα σαν τοίχος ασβεστωμένος με ρωγμές που
αυλακώνουν την άγρια επιφάνεια,
προσπαθούσαν να πείσουν γι’ αυτή τη νίκη και την απόφαση της μαρτυρίας με αυτό τον παράδοξο
τρόπο. Μέχρι που η ομίχλη άρχισε να διαλύεται και το στιβαρό καλούπι φάνηκε
αδύναμο και πτοημένο. Μόνο οι μαύρες χάντρες γυάλιζαν στα ρυτιδιασμένα κομμάτια
της σάρκας που κρέμονταν. Τα πόδια αδύνατα, καχεκτικά, νόμιζες θα διαλυθεί στην
πρώτη εκπνοή του Μαΐστρου. Γελούσε και κοίταζε πράγματι νικητής σίγουρος, ενώ ο
μικρός νάνος γεμάτος απόγνωση σκεφτόταν αν έχασε τα λογικά του και χρειαζόταν
ένα χέρι βοηθείας ή μήπως χάθηκε στο
δρόμο, καθώς πήγαινε στο αμπέλι του. Αυτός συνέχιζε να κραυγάζει με χέρια που
πάλλονταν έτοιμα να ξεκολλήσουν απ’ το σαρκίο και μια οδοντοστοιχία που
τρέκλιζε στα ανύπαρκτα σαγόνια του. "Ποτέ δε θα με νικήσεις. Ούτε εσύ ούτε
κανένας". Επανέλαβε, και σαν κόκκος σκόνης εξαφανίστηκε μέχρι τη στιγμή
που ο νάνος μετά από χρόνια χάθηκε σε μιαν ομίχλη ίδια και σπάραζε χαμένος. Εκλιπαρούσε
να βρει έναν άλλο νάνο έναν οποιοδήποτε νάνο ή ακόμη και ένα γίγαντα, να του
πει για την εμπειρία αυτή που είχε πριν χρόνια και ότι πράγματι αυτό είναι
ανίκητο. Ότι είναι νικητής σίγουρος, που ούτε ο φόβος δε στέκει πλάι του. Να
του πει να τρέξει για να προλάβει. Να του πει να τρέξει. Να προλάβει.
Γεσθημανή Σιδερίδη Δεκέμβριος 2013 ©
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.